Χριστουγεννιάτικα έθιμα στην Ελλάδα

Απάντηση
Άβαταρ μέλους
litsa''never''
Πορωμένος Ιδεογραφίτης
Πορωμένος Ιδεογραφίτης
Δημοσιεύσεις: 654
Εγγραφή: Τετ 27 Φεβ 2008, 21:09
Irc ψευδώνυμο: Litsa Never
Φύλο: Γυναίκα
Τοποθεσία: Βολος

Χριστουγεννιάτικα έθιμα στην Ελλάδα

Δημοσίευση από litsa''never'' » Τρί 25 Νοέμ 2008, 12:14

:rose: ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ - ΘΡΑΚΗ

«Το Χριστόξυλο»
Στα χωριά της βόρειας Ελλάδας, από τις παραμονές των εορτών ο
νοικοκύρης ψάχνει στα χωράφια και διαλέγει το πιο όμορφο, το πιο γερό,
το πιο χοντρό ξύλο από πεύκο ή ελιά και το πάει σπίτι του. Αυτό
ονομάζεται Χριστόξυλο και είναι το ξύλο που θα καίει για όλο το
δωδεκαήμερο των εορτών, από τα Χριστούγεννα μέχρι και τα Φώτα, στο
τζάκι του σπιτιού. Η στάχτη των ξύλων αυτών προφύλασσε το σπίτι και τα
χωράφια από κάθε κακό. Πριν ο νοικοκύρης φέρει το Χριστόξυλο, η
νοικοκυρά φροντίζει να έχει καθαρίσει το σπίτι και με ιδιαίτερη προσοχή
το τζάκι, ώστε να μη μείνει ούτε ίχνος από την παλιά στάχτη. Καθαρίζουν
ακόμη και την καπνοδόχο, για να μη βρίσκουν πατήματα να κατέβουν οι
καλικάντζαροι, τα κακά δαιμόνια, όπως λένε στα παραδοσιακά
χριστουγεννιάτικα παραμύθια. Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων,
όταν όλη η οικογένεια θα είναι μαζεμένη γύρω από το τζάκι, ο νοικοκύρης
του σπιτιού ανάβει την καινούρια φωτιά και μπαίνει στην εστία το
Χριστόξυλο. Σύμφωνα με τις παραδόσεις του λαού, καθώς καίγεται το
Χριστόξυλο, ζεσταίνεται ο Χριστός στη φάτνη Του. Σε κάθε σπιτικό, οι
νοικοκυραίοι προσπαθούν το Χριστόξυλο να καίει μέχρι τα Φώτα.

Στις περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης εμφανίζεται το έθιμο των
μεταμφιέσεων, που φαίνεται πως έχει σχέση με τους καλικάντζαρους.

«Οι Μωμόγεροι»
Στα χωριά Πλατανιά και Σιταγροί του Νομού Δράμας συναντάμε το έθιμο των
Μωμόγερων, το οποίο προέρχεται από του Πόντιους πρόσφυγες. Η ονομασία
έχει τις ρίζες της στις λέξεις μίμος ή μώμος και γέρος και συνδέεται με
τις μιμητικές κινήσεις των πρωταγωνιστών. Αυτοί, φορώντας τομάρια ζώων
- λύκων, τράγων ή άλλων - ή ντυμένοι με στολές ανθρώπων οπλισμένων με
σπαθιά, έχουν τη μορφή γεροντικών προσώπων. Οι Μωμόγεροι, εμφανίζονται
καθ όλη τη διάρκεια του δωδεκαημέρου των εορτών, και προσδοκώντας τύχη
για τη νέα χρονιά, γυρίζουν σε παρέες στους δρόμους των χωριών και
τραγουδούν τα κάλαντα ή άλλους ευχετικούς στίχους. Όταν δύο παρέες
συναντηθούν, κάνουν ψευτο πόλεμο μεταξύ τους, ώσπου η μία ομάδα να
νικήσει και η άλλη να δηλώσει υποταγή.

Παραλλαγές του ίδιου εθίμου, συναντώνται σε χωριά της Κοζάνης και της
Καστοριάς, με την ονομασία Ραγκουτσάρια.

Στην Πέλλα αναβιώνει το έθιμο της «Κόλιντα Μπάμπω», όπου οι κάτοικοι
ανάβουν φωτιές φωνάζοντας «κόλιντα μπάμπω», που σημαίνει «σφάζουν
γιαγιά». Σύμφωνα με το έθιμο, οι φωτιές ανάβουν για να μάθουν οι
άνθρωποι για τη σφαγή του Ηρώδη και να προφυλαχτούν.

Στη Σιάτιστα Κοζάνης αναβιώνουν οι «κλαδαριές», φωτιές που ανάβονται
για να ζεστάνουν τον Χριστό, τα «κόλιαντα», κάλαντα στο τοπικό
σιατιστινό ιδίωμα, και τα «μπουμπουσάρια», τα καρναβάλια με το καθαρά
σιατιστινό Αϊβασιλιάτικο χορό.


ΘΕΣΣΑΛΙΑ

«Η γουρουνοχαρά»
Ένα από τα σημαντικότερα χριστουγεννιάτικα έθιμα της
Θεσσαλίας είναι το σφάξιμο του γουρουνιού. Η προετοιμασία για το σφάξιμο
γινόταν με εξαιρετική φροντίδα, ενώ επακολουθούσε γλέντι μέχρι τα ξημερώματα, για
να επαναληφθεί η ίδια διαδικασία την επόμενη και τη μεθεπόμενη μέρα.
Τρεις-τέσσερις συγγενικές οικογένειες καθόριζαν με τη σειρά ποιά ημέρα
θα έσφαζε το γουρούνι της. Η ημέρα αυτή καθιερώθηκε ως "γουρουνοχαρά ή
γρουνουχαρά". Όταν μάλιστα προσκαλούσαν κάποιον, δεν έλεγαν "έλα να
σφάξουμε το γουρούνι", αλλά "έλα, έχουμε γουρουνοχαρά".

Για κάθε σφαγή μεγάλου γουρουνιού απαιτούνταν 5-6 άνδρες, εκτός των παιδιών,
που είχαν ηλικία πολλές φορές 20-25 ετών. Επειδή όμως η όλη εργασία είχε ως επακόλουθο
το γλέντι και τη χαρά, γι’ αυτό και η ημέρα αυτή καθιερώθηκε ως "γουρουνοχαρά ή γρουνουχαρά".
Το σφάξιμο των γουρουνιών δεν συνέπιπτε τις ίδιες ημερομηνίες
κατά περιφέρειες. Σε άλλες περιοχές τα έσφαζαν 5-6 ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα και σε άλλες
άρχιζαν από την ημέρα των Χριστουγέννων και μετά, ανάλογα με την παρέα.
Τα περισσότερα γουρούνια σφάζονταν στις 27 Δεκεμβρίου, ημέρα του Αγίου Στεφάνου.
Γι’ αυτό και η γιορτή αυτή ονομαζόταν "γρουνοστέφανος ή γουρουνοστέφανος".
Υπάρχουν όμως και μικρές περιοχές που τα έσφαζαν ένα μήνα ή και περισσότερο, μετά τα Χριστούγεννα.

Μετά το γδάρσιμο, άρχιζε το κόψιμο του λίπους (παστού), για να γίνει έπειτα το κόψιμο του
κρέατος σε μικρά τεμάχια. Το λίπος αυτό, αφού το έλιωναν πρώτα, το έβαζαν σε δοχεία
λαδιού ή πετρελαίου και αφού πάγωνε, διατηρούνταν σχεδόν όλο το χρόνο.
Οι κάτοικοι της Θεσσαλίας το χρησιμοποιούσαν όλο το χρόνο και σε όλα σχεδόν τα φαγητά.
Υπήρχαν μάλιστα περιπτώσεις που πολλοί δεν το αντικαθιστούσαν με τίποτα.
Ακόμα και το καλοκαίρι στα φαγητά τους χρησιμοποιούσαν λίπος, γιατί το θεωρούσαν δική τους
παραγωγή και επομένως φθηνό, σε αντίθεση με το λάδι που το αγόραζαν μισή ή μια οκά για να
περάσουν ένα και δυο μήνες. Επίσης, πολλές φτωχές οικογένειες δεν αγόραζαν καθόλου λάδι
και δεν ήξεραν ούτε ποιο είναι το χρώμα του.

Η γουρουνοχαρά κράτησε, με όλη την αίγλη της, μέχρι το 1940.
Συνεχίστηκε βέβαια και αργότερα, μέχρι το 1955, αλλά τα μεγάλα γεγονότα,
Κατοχή και εμφύλιος πόλεμος, ανέκοψαν τον ενθουσιασμό και ανέτρεψαν
μια παραδοσιακή συνήθεια που κράτησε πολλούς αιώνες.

«Το τάισμα της βρύσης»
Τα μεσάνυχτα της παραμονής των Χριστουγέννων γίνεται το λεγόμενο
"τάισμα" της βρύσης. Οι κοπέλες, τα χαράματα των Χριστουγέννων,
πηγαίνουν στην πιο κοντινή βρύση "για να κλέψουν το άκραντο νερό". Το
λένε άκραντο, δηλαδή αμίλητο, γιατί δε βγάζουν λέξη σβ όλη τη διαδρομή.
Αλείφουν τις βρύσες του χωριού με βούτυρο και μέλι, με την ευχή όπως
τρέχει το νερό να τρέχει και η προκοπή στο σπίτι τον καινούργιο χρόνο
και όπως γλυκό είναι το μέλι, έτσι γλυκιά να είναι και η ζωή τους. Για
να έχουν καλή σοδειά, όταν φτάνουν εκεί, την "ταΐζουν", με διάφορες
λιχουδιές, όπως βούτυρο, ψωμί, τυρί, όσπρια ή κλαδί ελιάς. Έλεγαν
μάλιστα πως όποια θα πήγαινε πρώτη στη βρύση, αυτή θα στεκόταν και η
πιο τυχερή ολόκληρο το χρόνο. Έπειτα ρίχνουν στη στάμνα ένα βατόφυλλο
και τρία χαλίκια, "κλέβουν νερό" και γυρίζουν στα σπίτια τους πάλι
αμίλητες μέχρι να πιούνε όλοι από το άκραντο νερό. Με το ίδιο νερό
ραντίζουν και τις τέσσερις γωνίες του σπιτιού, ενώ σκορπούν στο σπίτι
και τα τρία χαλίκια.

«Πάντρεμα της φωτιάς»
Σε πολλά χωριά της Θεσσαλίας, επιστρέφοντας από την εκκλησία στο σπίτι,
τα κορίτσια βάζουν παραδίπλα στο αναμμένο τζάκι κλωνάρια κέδρου που τα
ξεδιαλέγουν, ενώ τα αγόρια τοποθετούν κλαδιά από αγριοκερασιά. Τα μικρά
αυτά κλαδιά δέντρων αντιπροσωπεύουν τις προσωπικές τους επιθυμίες για
την πραγματοποίηση μιας όμορφης ζωής. Φροντίζουν μάλιστα τα κλαδιά αυτά
να είναι λυγερά και παρακολουθούν με ενδιαφέρον ποιό κλωνάρι θα καεί
πρώτο, καθώς λένε πως αυτό είναι καλό σημάδι για το κορίτσι ή το αγόρι,
αντίστοιχα, και συγκεκριμένα πως θα είναι αυτό που θα παντρευτεί
πρώτο.



ΗΠΕΙΡΟΣ

«Tο αναμμένο πουρνάρι»
«Tο αναμμένο πουρνάρι» είναι μια ωραία συνήθεια που βασίζεται σε μια
παλιά παράδοση. Όταν γεννήθηκε ο Χριστός και πήγαν, λέει, οι βοσκοί να
προσκυνήσουν, ήταν νύχτα σκοτεινή. Βρήκαν κάπου ένα ξερό πουρνάρι κι
έκοψαν τα κλαδιά του. Πήρε ο καθένας από ένα κλαδί στο χέρι, του έβαλε
φωτιά και γέμισε το σκοτεινό βουνό χαρούμενες φωτιές και τριξίματα και
κρότους. Από τότε, λοιπόν, έχουν τη συνήθεια στα χωριά της Άρτας,
όποιος πάει στο σπίτι του γείτονα, για να πει τα χρόνια πολλά, καθώς
και όλα τα παιδιά τα παντρεμένα, που θα πάνε στο πατρικό τους, για να
φιλήσουν το χέρι του πατέρα και της μάνας τους, να κρατούν ένα κλαρί
πουρνάρι, ή ότι άλλο δεντρικό που καίει τρίζοντας. Στο δρόμο το
ανάβουν και το πηγαίνουν έτσι αναμμένο στο πατρικό τους σπίτι και
γεμίζουν χαρούμενες φωτιές και κρότους τα σκοτεινά δρομάκια του
χωριού.

Στα Γιάννενα δεν κρατούν ολόκληρο το πουρνάρι αναμμένο στο χέρι τους,
αλλά κρατούν στη χούφτα τους μια χεριά δαφνόφυλλα και πουρναρόφυλλα,
που τα πετούν στο τζάκι, μόλις μπούνε και καλημερίζουν. Κι όταν τα
φύλλα τα ξερά πιάσουν φωτιά κι αρχίσουν να τρίζουν και να πετάνε
σπίθες, εύχονται: «Αρνιά, κατσίκια, νύφες και γαμπρούς!» Αυτή είναι η
καλύτερη ευχή για κάθε νοικοκύρη. Να προκόβουν τα κοπάδια του, να
πληθαίνει η φαμελιά του, να μεγαλώνουν τα κορίτσια και τα παλικάρια
του, να του φέρνουν στο σπίτι νύφες και γαμπρούς, να του δώσουν εγγόνια
που δε θ' αφήσουν τ' όνομα το πατρικό να σβήσει.

«Tα καρύδια»
Τα καρύδια είναι ένα παραδοσιακό ομαδικό παιγνίδι που παίζουν τα παιδιά στην Ήπειρο.
Οι κανόνες του παιχνιδιού έχουν ως εξής: Κάποιο παιδί χαράζει στο χώμα μια ευθεία γραμμή.
Πάνω σ’ αυτή, κάθε παίκτης βάζει κι από ένα καρύδι στη σειρά. Μετά, ο κάθε παίκτης με τη σειρά του
και από κάθετη απόσταση ενός με δύο μέτρα από τη γραμμή των καρυδιών, σημαδεύει σκυφτός,
και με το μεγαλύτερο και το πιο στρογγυλό καρύδι του, κάποιο άλλο καρύδι.
Όποιο καρύδι πετύχει και το βγάλει έξω από τη γραμμή το κερδίζει και δοκιμάζει ξανά σημαδεύοντας
κάποιο άλλο καρύδι. Αν αστοχήσει, συνεχίζει ο επόμενος παίκτης. Το παιχνίδι συνεχίζεται μέχρι να
βγουν από τη γραμμή όλα τα καρύδια.


ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ

«Tο σπάσιμο του ροδιού»
Το πρωί της Πρωτοχρονιάς, η οικογένεια πηγαίνει στην εκκλησία και ο νοικοκύρης
κρατάει στην τσέπη του ένα ρόδι, για να το λειτουργήσει. Γυρνώντας σπίτι,
πρέπει να χτυπήσει το κουδούνι της εξώπορτας -δεν κάνει να ανοίξει ο ίδιος με το κλειδί του-
και έτσι να είναι ο πρώτος που θα μπει στο σπίτι για να κάνει το καλό ποδαρικό, με το ρόδι στο χέρι.
Μπαίνοντας μέσα, με το δεξί, σπάει το ρόδι πίσω από την εξώπορτα,
το ρίχνει δηλαδή κάτω με δύναμη για να σπάσει και να πεταχτούν οι ρώγες του παντού και ταυτόχρονα λέει:
"με υγεία, ευτυχία και χαρά το νέο έτος κι όσες ρώγες έχει το ρόδι, τόσες λίρες να έχει η τσέπη μας όλη τη χρονιά".
Τα παιδιά μαζεμένα γύρω-γύρω κοιτάζουν οι ρώγες αν είναι τραγανές και κατακόκκινες.
Όσο γερές κι όμορφες είναι οι ρώγες, τόσο χαρούμενες κι
ευλογημένες θα είναι οι μέρες που φέρνει μαζί του ο νέος χρόνος.


ΚΡΗΤΗ

«Το Χριστόψωμο»
Το ζύμωμα του χριστόψωμου θεωρείται έργο θείο και είναι έθιμο καθαρά
Χριστιανικό. Οι γυναίκες φτιάχνουν τη ζύμη με ιδιαίτερη ευλάβεια και
υπομονή. Το ζύμωμα είναι μια ιεροτελεστία. Χρησιμοποιούν ακριβά υλικά,
όπως ψιλοκοσκινισμένο αλεύρι, ροδόνερο, μέλι, σουσάμι, κανέλα και
γαρίφαλα, και κατά τη διάρκεια του ζυμώματος λένε: "Ο Χριστός
γεννιέται, το φως ανεβαίνει, το προζύμι για να γένει." Πλάθουν το
ζυμάρι και παίρνουν τη μισή ζύμη και φτιάχνουν μια κουλούρα. Με την
υπόλοιπη φτιάχνουν σταυρό με λουρίδες απ τη ζύμη. Στο κέντρο βάζουν
ένα άσπαστο καρύδι ή ένα αυγό, συμβολίζοντας τη γονιμότητα.

Για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, το Χριστόψωμο είναι ευλογημένο ψωμί,
αφού αυτό θα στηρίξει τη ζωή του νοικοκύρη και της οικογένειάς του. Το
κόβουν ανήμερα τα Χριστούγεννα, δίνοντας πολλές ευχές.

«Η κοτόσουπα»
Κύριο πιάτο την ήμερα των Χριστουγέννων είναι η γαλοπούλα.
Την πρωτοχρονιά η συνήθεια ήταν να φτιάχνουν κότα ή "κούρκο" (γαλοπούλα)
γεμιστό με κάστανα, καρύδια, σταφίδες, κιμά, κρεμμύδιπιπέρι και μαϊντανό, όλα καβουρδισμένα.
Το έθιμο της γαλοπούλας έφτασε στην Ευρώπη από το Μεξικό το 1824 μ.Χ.
Ενα άλλο συνηθισμένο πιάτο είναι το ψητό χοιρινό κρέας (το ψήσιμο γινόταν στη χόβολη του τζακιού).
Υπήρχε όμως και η εποχή που τη μέρα αυτή έτρωγαν χοιρινό με πρασοσέλινο ή όποιο άλλο κρέας με πιλάφι.

Ωστόσο, σε αρκετές περιοχές της χώρας μας διατηρείται το έθιμο της κοτόσουπας,
ιδιαίτερα στη Θεσσαλία και στην Κρήτη. Παλαιότερα η κοτόσουπα αποτελούσε το κυρίως πιάτο
που έτρωγαν οι Έλληνες όταν επέστρεφαν από την εκκλησία.


ΚΕΦΑΛΛΟΝΙΑ

«Οι κολόνιες»
Στην Κεφαλλονιά, αλλά και στα άλλα νησιά των Επτανήσων,
το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς, οι κάτοικοι γεμάτοι χαρά για τον ερχομό του νέου χρόνου,
κατεβαίνουν στους δρόμους κρατώντας μπουκάλια με κολόνιες και ραίνουν ο ένας τον άλλον τραγουδώντας:
"Ήρθαμε με ρόδα και με ανθούς να σας ειπούμε χρόνους πολλούς".
Η τελευταία ευχή του χρόνου που ανταλλάσσουν είναι: "Καλή Αποκοπή",
δηλαδή με το καλό να αποχωριστούμε τον παλιό χρόνο.
Το πρωί της Πρωτοχρονιάς η μπάντα του δήμου περνάει από όλα τα σπίτια και τραγουδάει καντάδες και κάλαντα. :rose:

Απάντηση

Επιστροφή στο “Λαογραφία”