TEUTAMOS έγραψε:Novus έγραψε:Κατ' αρχάς θα ήθελα να επισημάνω το εξής: η λέξη ηλικία είναι παράγωγο ουσιαστικό από το επίθετο ἧλιξ <*σFālıξ (τo F διατηρείται στον κρητικό τύπο Fαλικιώτης «συνομήλικος»). Το σ μετατρέπεται σε δασεία όταν είναι στην αρχή της λέξης και το F σιγάται. Το /ā/ μετατρέπεται στην αττική με τον νόμο επανατροπής σε /η/ (πβ. δωρ. σελάνα - ιων./αττ. σελήνη).
Ανάγεται σε ΙΕ ρίζα *swe- «ιδιαίτερος», από την οποία προέρχονται και οι αντωνυμίες ε, εός και συνδέεται με το αρχ. ελλ. έ-της «συγγενής» και το αρχ. ινδ. sva-ka «συγγενής».
Η λέξη ἥλιος προέρχεται ετυμολογικώς από τον τύπο < *σaFέλıoc. To F διατηρείται στον κρητικό τ. ἀβέλιος < *ἁFέλıoς, σε ορισμένες διαλέκτους διατηρείται με ψίλωση (πρβλ. δωρ., αιολ., αρκ. ἀέλιος), ενώ στη γλώσσα τών επών ἠέλιος.
Ανάγεται σε ΙΕ ρίζα *sāwel-, η απαθής βαθμίδα τής οποίας απαντά επίσης στο γοτθ. sauil «ήλιος», ενώ η μηδενισμένη της *sūl- στα αρχ. ινδ. sura, surya «ήλιος» και το αρχ. ιρλ. sūil «μάτι».
Το λατ. sōl «ήλιος» ανάγεται σε μεταπτωτική βαθμίδα *swōl- τής *sāwel- με μηδενισμένη βαθμίδα ως προς το πρώτο φωνήεν και ετεροιωμένη-εκτεταμένη ως προς το δεύτερο.
Το αρχικό ΙΕ θέμα πρέπει να ήταν ετερόκλιτο ουδ. σε -l-/ -n-. Η ετεροκλισία του διαφαίνεται στις γερμανικές γλώσσες, ορισμένες εκ τών οποίων έχουν παράλληλους τύπους και από τα δύο θέματα (πβ. γοτθ. sauil αλλά και sunno «ήλιος», αγγλοσαξ. sōl αλλά και sunne «ήλιος», από όπου τα σύγχρ. αγγλ. sun και γερμ. Sonne.
Προσπερνώντας τον χαριτωμένον σας "ηλικιακόν" πόλεμον (αναμένω την γαλαξιομήκη σινδόνην της Αρέλας εις τα υπό του ΝέFoυ Νικολάου προγεγραμμένα) θα σταθώ εις κάποια στοιχεία σχετικά με την ετυμολογίαν του Ηλίου. Δεν θα σταθώ εις την ετυμολογίαν την καθιερωμένην υπό της ιστορικοσυγκριτικής ερεύνης (αυτή εδόθη ήδη από τον Νικόλα), αλλά θα προσπαθήσω να εμβαθύνω ολίγον εις τα πράγματα.
Ο Ήλιος ήτο για τους αρχαίους λαούς το κατ' εξοχήν ουράνιον σώμα που εθεοποιήθη, διατηρώντας ωστόσο την αυτονομίαν του από τους άλλους θεούς. Ο Ήλιος ήτο ο αδιάλλειπτος συνοδός μες στην ημέραν είτε εις στις δουλειές είτε στο κυνήγι είτε βεβαίως εις την παραγωγήν της τροφής του ανθρώπου. Συνεδέθη με την γονιμότητα και την καρποφορίαν, αλλά και εν γένει κατέστη υπεύθυνος για την εποπτείαν του ουρανίου θόλου και των εν αυτωί συμβαινόντων καιρικών φαινομένων. Ο Ήλιος εις την Ελληνικήν Μυθολογίαν παρουσιάζεται να υπερίπταται του ουρανίου στερεώματος με το έμπυρόν του άρμα. Ήτο υιός του Τιτάνος Υπερίωνος Έχει δύο αδελφές, την θεάν του φεγγαριού Σελήνην και την θεάν της αυγής Ηώ.
Εις τα πανάρχαια χρόνια ο Ήλιος επιστεύετο ότι στηρίζεται επάνω εις ένα δένδρον που είχε την μορφήν κάποιου υποστυλώματος, τέτοιου που εστήριζεν όλον τον ουράνιον θόλον. Με την σημασίαν του υποστυλώματος και την ρίζαν του Ήλιου έχει διατηρηθεί εις την γερμανικήν η λέξις
säule < sul (ιδέ
Irmin-sul, πυλών του Αρμίνου). Εις την ελληνικήν βεβαίως η λέξις είναι γνωστή ως
ύλη (λατ.
silva). O λιθουανικός θεός του Ηλίου είναι γνωστός ως
Saule. Ενδιαφέρον έχει ο πανάρχαιος Ζευς της Κρήτης, ο
Βελχάνος,
Νόμισμα της Κρήτης του 4ου αι. π.Χ με τον Δία (Βελχάνον) πάνω σε δένδρον. Προσωποποίησις του Ηλίου επί δένδρου.
που έγινε γνωστός ως Ήφαιστος εις τους Ετρούσκους και τους Ρωμαίους ως
Volcanus. Εις την ανατολήν ο θεός Βελχάνος έγινε γνωστός ως
Ελωχίμ, που σημαίνει Θεός εις τα εβραικά. Οι λαοί του Αιγαίου και της Μ. Ασίας μάλλον εφαντάζοντο τον θεόν - Ήλιον (Δία - θεόν της ημέρας) καθήμενον επί δένδρου.
ΥΓ: Αυτό το εμβριθώς σκέπτεσθαι λείπει από την Γλωσσολογίαν την Ιστορικοσυγκριτικήν. Δεν σταματάει γλώσσα εκεί που σταματάει η μελέτη της Γλωσσολογίας, δεν σταματάει εις τους ανασυντιθεμένους με * ΙΕ τύπους.